Η ανατομία της ELBIT Systems (μέρος 1o)

Το στρατιωτικό-βιομηχανικό-τεχνολογικό σύμπλεγμα του Ισραήλ – Διεθνή οικονομικά και κατασκοπευτικά σκάνδαλα της Elbit Systems.

Πρόλογος

Επειδή η στρατηγική συμμαχία της Ελλάδας, που μετρά ήδη 11 χρόνια, με το αποικιοκρατικό κράτος απαρτχάιντ του Ισραήλ κάθε μέρα που περνά βαθαίνει και διαπερνά όλο και περισσότερους τομείς στην οικονομία και κοινωνία της χώρας, θεωρούμε χρήσιμη για τον ελληνικό λαό την ανάδειξη της στρατοκρατικής φύσης του Ισραήλ και του ρόλου του ως προμηθευτή όπλων και τεχνολογιών καταστολής, επιτήρησης και κατασκοπείας σε όλα τα είδη των καθεστώτων σε διεθνές επίπεδο. Ειδικότερα, θεωρούμε αναγκαία την σύντομη περιγραφή του απεχθούς ιστορικού της μεγαλύτερης ιδιωτικής εταιρίας όπλων και ηλεκτρονικών συστημάτων παρακολούθησης και επιτήρησης του Ισραήλ, της ELBIT Systems, η οποία λειτουργεί ως συνέταιρος και πολιορκητικός κριός του κράτους του Ισραήλ συμβάλλοντας καθοριστικά στην στρατιωτική διείσδυση του στις χώρες – πελάτες της εταιρίας. Στο δεύτερο μέρος του σημειώματός μας που θα ακολουθήσει, θα αναφερθούμε στην σημαντική συμμετοχή και δράση της ELBIT στην καταπίεση και στα εγκλήματα πολέμου που πραγματοποιεί το Ισραήλ σε βάρος των Παλαιστινίων στα κατεχόμενα Παλαιστινιακά Εδάφη και στην αποκλεισμένη Γάζα.

Εισαγωγή

Το στρατιωτικό-βιομηχανικό-τεχνολογικό σύμπλεγμα του Ισραήλ περιλαμβάνει την ανάπτυξη και το εμπόριο προϊόντων και υπηρεσιών στους τομείς των συμβατικών όπλων, της κυβερνοτεχνολογίας και στρατιωτικής τεχνολογίας, όπως και τις μεθοδολογίες, τεχνικές ελέγχου, καταστολής και επιτήρησης πληθυσμών εντός αστικών χώρων.

Τα όρια μεταξύ «πολιτικού» και «στρατιωτικού» έχουν καταργηθεί εδώ και καιρό από όσους εργάζονται στους τομείς αυτούς, είτε στο Ισραήλ, είτε παγκοσμίως. Ενώ τα συμβατικά όπλα χρησιμοποιούνται σε πολέμους, εμφύλιες συγκρούσεις και στρατιωτικές κατοχές κυρίως στο νότιο ημισφαίριο, οι τεχνικές ελέγχου και οι τεχνολογίες επιτήρησης που έχουν δοκιμαστεί στην κατεχόμενη Παλαιστίνη, έχουν βρει το δρόμο τους και προς τις μητροπόλεις σε όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένων και των δυτικών μεγαλουπόλεων.

Μέσα από τις κυρίαρχες αφηγήσεις του «πόλεμου εναντίον της τρομοκρατίας», του «πολέμου κατά των ναρκωτικών» και της «προστασίας των συνόρων από την παράνομη μετανάστευση», οι εξελιγμένοι μηχανισμοί επιτήρησης, ελέγχου και επιβολής σε πληθυσμούς στους αστικούς χώρους σε όλο τον κόσμο κρίνονται σήμερα εξαιρετικά χρήσιμες από τα καθεστώτα.

Σε αυτό το πλαίσιο, το Ισραήλ, ως παγκόσμιο εργαστήριο νέο-αποικιακών πρακτικών και πολέμου, βρίσκεται στο προσκήνιο και στην πρώτη γραμμή της παροχής «λύσεων» με μεγάλα οικονομικά και πολιτικά οφέλη για το ίδιο. Όχι τυχαία, το Ισραήλ είναι ένας από τους κορυφαίους εξαγωγείς συμβατικών όπλων όλων των ειδών στον κόσμο, όσο και ιδεολογίας, μεθοδολογίας και τεχνολογίας στρατιωτικοποίησης αστικών χώρων και κοινωνιών.

Το στρατιωτικό-βιομηχανικό-τεχνολογικό σύμπλεγμα του Ισραήλ δεν αποτελείται μόνο από τον ισραηλινό στρατό, την αστυνομία, την συνοριοφυλακή και τις φυλακές, αλλά ενσωματώνει επίσης σχεδόν 7.000 δημόσιες και ιδιωτικές ισραηλινές εταιρείες που παράγουν προϊόντα και υπηρεσίες για χρήση εντός του Ισραήλ και των κατεχομένων Παλαιστινιακών εδαφών, αλλά και για σημαντικές εξαγωγές. Τα ισραηλινά πανεπιστήμια έχουν σε μεγάλο βαθμό επίσης ενσωματωθεί στο σύμπλεγμα αυτό, παρέχοντας έρευνα και λύσεις καίριας σημασίας. Το 2020 οι ισραηλινές εξαγωγές πολεμικού εξοπλισμού και τεχνολογίας σύμφωνα με στοιχεία του Ισραηλινού υπουργείου εθνικής άμυνας αυξήθηκαν κατά 15% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος 2019, από 7.299 δις δολάρια σε 8.300 δις δολάρια.

Η ισραηλινή ELBIT Systems

Η Elbit Systems είναι η μεγαλύτερη ιδιωτική εταιρεία πολεμικού εξοπλισμού, τεχνολογίας ασφάλειας, επιτήρησης και ηλεκτρονικού πολέμου του Ισραήλ, ενώ η μετοχή της είναι εισηγμένη στο Nasdaq και στο Χρηματιστήριο του Τελ Αβίβ. Δραστηριοποιείται σε ένα ευρύ φάσμα τομέων, όπως η αεροδιαστημική, τα χερσαία και ναυτικά συστήματα, η διοίκηση, ο έλεγχος, η επικοινωνία, οι υπολογιστές, οι πληροφορίες, η επιτήρηση και παντός είδους όπλα και πυρομαχικά. Η εταιρεία παρέχει επίσης μια σειρά από υπηρεσίες υποστήριξης, ενώ κάνει και επενδύσεις σε real estate και κατασκευές. Ήταν π.χ. μια από τις υποψήφιες εταιρίες για την «αξιοποίηση» του Ελληνικού (Elbit Cochin Island Ltd), αλλά γρήγορα αποσύρθηκε γιατί απαιτούσε να αναλάβει τη δέσμευση το ελληνικό κράτος ότι θα χρηματοδοτούσε το σύνολο του κόστους, καθώς και τις πιθανές καθυστερήσεις σε περίπτωση ανεύρεσης αρχαίων ή άλλων δυσκολιών στο υπέδαφος κατά τα έργα των ανασκαφών, απαίτηση που τελικά δεν έγινε δεκτή.

Η Elbit έχει στενή σχέση με τον ισραηλινό κρατικό μηχανισμό ασφαλείας, στον οποίο παρέχει υπηρεσίες και αναπτύσσει εκτεταμένη τεχνολογία, εξοπλισμό και πλατφόρμες σε διάφορους τομείς. Το 2020 το Υπουργείο Άμυνας του Ισραήλ (IMOD) ήταν ο δεύτερος μεγαλύτερος πελάτης της Elbit μετά την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Το ίδιο έτος, το 23% των εσόδων της Elbit, ήτοι 4.662 εκατομμυρίων δολάρια, προερχόταν από πωλήσεις στο Ισραήλ. Την ίδια χρονιά, το 32,2% των εσόδων της εταιρείας προήλθε από πωλήσεις στις ΗΠΑ, εκ των οποίων το 22% μέσω συμβάσεων με την κυβέρνηση των ΗΠΑ. Μόνο το δεύτερο τρίμηνο του 2021, η εταιρεία ανακοίνωσε αύξηση 20,7% στα έσοδά της, ύψους περίπου 1,3 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Η Elbit κατέχει μια σειρά θυγατρικών στο Ισραήλ και διεθνώς, όπως επίσης συμμετέχει σε κοινοπραξίες (joint ventures) σε μια σειρά χώρες. Οι μεγαλύτερες θυγατρικές της είναι οι ακόλουθες:

• Elbit Systems Intelligence and Electro-optics – Elop Ltd.

• Elbit Systems Land and C4I Ltd.

• Elbit Systems EW and SIGINT – Elisra Ltd.

• Elbit Systems – Cyclone Ltd.

• Elbit Security Systems Ltd.

• Kinetics Ltd.

• SCD – Semi-Conductor Devices

• Opgal – Optronics Industries Ltd.

• Elbit Systems of America, LLC

• Elbit Systems Land

Στο 1ο μέρος για να γνωρίσουμε την συμπεριφορά του ισραηλινού ιδιώτη εταίρου του ελληνικού κράτους και μάλιστα με συμβάσεις που αφορούν τον πυρήνα της εθνικής άμυνας, θα αναφερθούμε ενδεικτικά σε κάποια από τα διεθνή σκάνδαλα της Elbit Systems και των θυγατρικών της, τα οποία βέβαια αποτελούν «άγνωστο τόπο» για την συντριπτική πλειοψηφία των ελληνικών ΜΜΕ, που υποστηρίζουν αναφανδόν την σύμβαση της ισραηλινής Elbit με το ελληνικό κράτος.

Οικονομικό και πολιτικό σκάνδαλο της ELBIT στην Ελλάδα

Μέσα στο πλαίσιο της «στρατηγικής συμμαχίας» της Ελλάδας με το Ισραήλ που υποδείχθηκε αρχικά από τις ΗΠΑ και την αποδέχτηκαν μετά χαράς όλες οι ελληνικές κυβερνήσεις της τελευταίας δεκαετίας, έχει αναπτυχθεί και η διείσδυση ισραηλινών ιδιωτικών και δημόσιων εταιριών όπλων, στρατιωτικής και κατασκοπικής τεχνολογίας, με προτεραιότητα στον ελληνικό δημόσιο τομέα. Έτσι έχουμε την μεταβίβαση της δημόσιας ΕΛΒΟ στην κοινοπραξία των ισραηλινών εταιριών οπλικών συστημάτων AI Group και Plasan τον Φεβρουάριο 2021, που είναι πλέον οι νέοι ιδιοκτήτες. Με την εξαγορά της Ελληνικής Βιομηχανίας Οχημάτων η οποία διοικείται πλέον από τους Samy Katsav (SK Group) και Dani Ziv (Plasan), οι εταιρίες αυτές από κοινού θα ελέγχουν το 79% της νέας ισραηλινής ΕΛΒΟ, με το δημόσιο να κρατά μόνο το 21% των μετοχών.


Στιγμιότπο από την υπογραφή Διακρατικής Συμφωνίας μεταξύ υπουργείου Εθνικής Άμυνας Ελλάδας και υπουργείου Άμυνας του Ισραήλ

Στις 16 Απριλίου 2021 η ελληνική κυβέρνηση, με διακρατική συμφωνία του ελληνικού Υπουργείου Εθνικής Άμυνας και του Υπουργείου Άμυνας του Ισραήλ, παρέδωσε για 22 χρόνια στην ισραηλινή ιδιωτική εταιρία ELBIT την πτητική εκπαίδευση των Eλλήνων Ικάρων της Πολεμικής Αεροπορίας, καθώς και την ανακατασκευή και τον μηχανολογικό και ηλεκτρονικό εξοπλισμό της εκπαιδευτικής βάσης της Π.Α. στην Καλαμάτα (120 Πτέρυγα Εκπαίδευσης Αέρος). Με αυτή την σκανδαλώδη σύμβαση η Elbit, μια αλλοδαπή ιδιωτική εταιρία όπλων και πολεμικής τεχνολογίας, έγινε ο μεσάζοντας πάροχος ιταλικών εκπαιδευτικών αεροσκαφών και της εκπαίδευσης εξολοκλήρου της πολεμικής αεροπορίας του ελληνικού κράτους, με την πρωτοφανή σύμβαση χρηματοδοτικής μίσθωσης (leasing) αεροσκαφών, προσομοιωτών πτήσεων και άλλου εξοπλισμού διάρκειας 22 χρόνων ύψους 1,85 δις ευρώ(!). Το αρχικό ύψος της σύμβασης που αναφέρθηκε τον Δεκ. 2020 στην Επιτροπή Άμυνας και Εξοπλισμών της Βουλής ήταν 1,375 δισ. ευρώ ενώ τελικά έφτασε τα 1,8 δισ. ευρώ λόγω ρήτρας τιμαριθμικής προσαρμογής. Δηλαδή, η ισραηλινή Elbit θα αγοράσει ως μεσάζοντας 10-12 ιταλικά εκπαιδευτικά αεροσκάφη M-346 Master, θα επαναφέρει σε πτητική κατάσταση περί τα 15-20 Texan II αεροσκάφη και εν συνεχεία θα τα δώσει με leasing στην Ελλάδα. Η δε αποπληρωμή του έργου έχει εμπροσθοβαρή χαρακτήρα με 550 εκ. ευρώ να δίνονται στα 3 πρώτα χρόνια. Πρόσφατες δημοσιογραφικές ανεπιβεβαίωτες πληροφορίες αναφέρουν ότι η ELBIT ζήτησε αύξηση του συμβασιοποιημένου ποσού κατά 10 εκ. ευρώ γιατί δεν της βγαίνει το πρόγραμμα.

Να σημειωθεί ότι η σύμβαση δεν ήρθε προς κύρωση στη Βουλή και παραμένει μέχρι σήμερα εν πολλοίς άγνωστη στην ολότητά της και στην ελληνική Βουλή. Η συμφωνία αυτή έχει καταγγελθεί από την πλειοψηφία της αντιπολίτευσης ως οικονομικά σκανδαλώδης υπέρ της ισραηλινής εταιρίας. Αυτό δεν θα έπρεπε να κάνει εντύπωση, καθώς η Elbit έχει ένα πλούσιο διεθνές μητρώο διαφθοράς πολιτικών και στρατιωτικών στελεχών, οικονομικών σκανδάλων και κατασκοπευτικής διείσδυσης σε τρίτες χώρες. Αυτό που χαρακτηρίζει την Elbit Systems είναι η άμεση και έμμεση συμμετοχή της σε εγκλήματα πολέμου, κυρίως σε βάρος των κατεχόμενων Παλαιστινίων, όπως θα δούμε στο δεύτερο μέρος του άρθρου μας.


Έκθεση πολεμικού εξοπλισμού DEFEA 2021 – Αθήνα. Ο Έλληνας Υπουργός Εθνικής Άμυνας παρακολουθεί διαφήμιση της Elbit για την «εμπειρία» της Ισραηλινής Πολεμικής Αεροπορίας.

Σκάνδαλο στρατιωτικής κατασκοπείας της ELBIT στην Αυστραλία (2021)

Το 2009 υπεγράφη σύμβαση της Elbit Systems LtD (αυστραλιανή θυγατρική της Elbit) με το Υπουργείο Άμυνας της Αυστραλίας για ενσωμάτωση του Battle Management System – BMS (Συστήματος Διαχείρισης Μάχης) της Elbit, σε τμήματα του αυστραλιανού στρατού, ενώ τέθηκε σε πλήρη λειτουργία το 2015. Η Elbit Systems LtD κέρδισε και στον δεύτερο διαγωνισμό το 2018 ένα πενταετές συμβόλαιο με δυνατότητα παράτασης έως και επτά χρόνια ακόμη. Το BMS της Elbit, διαφημίζεται από την εταιρία ότι επιτρέπει στους διοικητές του Στρατού να αντικαταστήσουν τους χάρτες και τα αναλογικά συστήματα επικοινωνίας με προηγμένη ψηφιακή, κρυπτογραφημένη τεχνολογία και δίκτυα, για να συντονίζουν καλύτερα τις μονάδες τους στο πεδίο και υποτίθεται να προστατεύουν απόρρητες πληροφορίες. Το BMS για διοίκηση και έλεγχο του συστήματος διαχείρισης μάχης του αυστραλιανού στρατού ενσωματώθηκε αρχικά σε τουλάχιστον 1.000 οχήματα του Αυστραλιανού Στρατού και χρησιμοποιήθηκε από περισσότερους από 1.500 στρατιώτες.

Όμως το Υπουργείο Άμυνας της Αυστραλίας τον Μάιο 2021 αιφνιδιαστικά και χωρίς καμία επίσημη δικαιολογία, αποφάσισε να ξηλώσει όλα τα ηλεκτρονικά συστήματα της Elbit που συνδέονται με το Σύστημα Διαχείρισης Μάχης (BMS), ενώ συνολικά είχαν δαπανηθεί 2 δισ. δολάρια τα τελευταία 15 χρόνια για αυτό το σύστημα, λόγω της υποψίας, όπως έγραψε ο αυστραλιανό τύπος, ότι τα συστήματα αυτά είχαν ενσωματωμένη την δυνατότητα απομακρυσμένης πρόσβασης μέσω διόδου backdoor και μπορούσαν να συλλέγουν ευαίσθητα δεδομένα του αυστραλιανού στρατού χωρίς την γνώση και άδεια του. Το Αρχηγείο Στρατού εξέδωσε οδηγία και διέταξε να παύσει η χρήση του Elbit BMS Command and Control (BMS-C2) το αργότερο μέχρι τις 15 Μαΐου 2021 στο πλαίσιο της προετοιμασίας για ένα σύστημα αντικατάστασης. Με νεώτερη οδηγία του Στρατού απαιτούσε ακόμα και τα USB memory sticks και το λογισμικό “να αποσυρθούν από τους χρήστες, να συλλεχθούν και να τεθούν σε ελεγχόμενη φύλαξη…

Ο διευθύνων σύμβουλος της Elbit Systems of Australia, απόστρατος Αυστραλός στρατηγός Paul McLachlan, απέρριψε ότι το προϊόν της εταιρείας του ενέχει οποιονδήποτε κίνδυνο ασφάλειας. Από την άλλη όμως είναι γνωστό ότι ο στρατός των Ηνωμένων Πολιτειών λαμβάνει εδώ και χρόνια ιδιαίτερες προφυλάξεις όταν επιχειρεί παράλληλα με αυστραλιανά στρατιωτικά οχήματα που είναι εξοπλισμένα με το BMS της Elbit, λόγω ανησυχιών του για την ασφάλεια. Τελικά το αυστραλιανό υπουργείο Άμυνας εκπόνησε έκθεση που είχε συγχρηματοδοτηθεί από την ίδια την Elbit και το θέμα θάφτηκε, αφού οι λομπίστες της εταιρείας «έπεισαν» τους αρμοδίους για τις καλές προθέσεις της, για τα χρήματα που θα χαθούν και έτσι η πολιτική ιεραρχία αναίρεσε τη στρατιωτική, ασκώντας παράλληλα κριτική για τους χειρισμούς της.

Σκάνδαλο της ELBIT στην Κύπρο (2008)

Σε άρθρα στον κυπριακό τύπο τον Νοέμβριο 2021 για το παρελθόν και το παρόν της Elbit Systems και την ανησυχία για τυχόν ενσωμάτωση κατασκοπευτικού λογισμικού επισημάνθηκε η αδιαφάνεια της συμφωνίας της κυπριακής κυβέρνησης σχετικά με το σύστημα επιτήρησης (Border Surveillance System – BSS) της Πράσινης Γραμμής, κόστους 27,5 εκ. ευρώ, που αγόρασε από την Elbit. Το ΑΚΕΛ μάλιστα έθεσε και ζήτημα εκχώρησης εθνικών κυριαρχικών δικαιωμάτων στην ιδιωτική ισραηλινή εταιρία. Με δεδομένη την έντονη και πολυπλόκαμη διείσδυση του Ισραήλ στην Κύπρο λόγω της στρατηγικής συμμαχίας Κύπρου – Ισραήλ και έχοντας υπόψη το προηγούμενο σκάνδαλο παράνομης παρακολούθησης κυπριακών κινητών τηλεφώνων και επικοινωνιών ιντερνέτ (Νοε 2019), από την ισραηλινή εταιρία κατασκοπευτικού λογισμικού WiSpear του πρώην ισραηλινού πράκτορα Tal Dilian, μερίδα του κυπριακού τύπου έθεσε αρκετά ερωτήματα σχετικά με την σύμβαση του κυπριακού κράτους με την Elbit και ως προς το οικονομικό σκέλος και ως προς το ζήτημα της εθνικής ασφάλειας.

Η κυβέρνηση του προέδρου Αναστασιάδη αρνήθηκε να απαντήσει στα ερωτήματα αυτά. Το αυτό και ο Βοηθός Γενικός Εισαγγελέας. Επικαλούμενη ζητήματα ασφαλείας η κυπριακή κυβέρνηση αρνήθηκε να απαντήσει και σε τεχνικά ερωτήματα για το κόστος του έργου και της χρονικής διάρκειας για την εγκατάστασή του. Επίσης το γιατί επιλέχθηκε με απ’ ευθείας ανάθεση η Elbit. Όλα αυτά, πέραν του βασικού ζητήµατος που εγείρεται: Αν τελικά η κυβέρνηση µετατρέπει την Πράσινη Γραµµή σε «σκληρό σύνορο» που θα επιτηρείται από µια εταιρεία ιδιωτικών συµφερόντων και όπου δημιουργούνται υποψίες για συνθήκες κατασκοπείας από τρίτα μέρη στην Πράσινη Γραµµή.

Σκάνδαλα της ELBIT στις ΗΠΑ

Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC) κατηγορεί την ELBIT για διαφθορά στο εξωτερικό (2018)

Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ (SEC) με τον αριθμ. φακέλου 3-18397 στις 9/3/2018 κατηγόρησε την Elbit Imaging Ltd. με έδρα το Ισραήλ για παραβίαση του κώδικα βιβλίων και στοιχείων και των εσωτερικών λογιστικών ελέγχων των διατάξεων του Νόμου περί Διαφθοράς στο εξωτερικό (FCPA).

Σύμφωνα με την εντολή της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς για την κίνηση διευθετημένης διοικητικής διαδικασίας, η Elbit και η Plaza Centres NV, μια θυγατρική στην οποία η Elbit ασκεί λειτουργικό έλεγχο, κατέβαλαν εκατομμύρια δολάρια σε ξένους συμβούλους και έναν αντιπρόσωπο πωλήσεων για υποτιθέμενες υπηρεσίες τους που σχετίζονται με αγορές ακινήτων και ένα αναπτυξιακό έργο στη Ρουμανία, όπως και την πώληση ενός μεγάλου χαρτοφυλακίου ακινήτων στις Η.Π.Α.

Η Elbit και η Plaza πραγματοποίησαν αυτές τις πληρωμές, παρόλο που δεν υπάρχουν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι ξένοι σύμβουλοι και ο πράκτορας πωλήσεων είχαν όντως παράσχει τις υπηρεσίες για τις οποίες είχαν συμβληθεί, δηλαδή οι δύο εταιρίες πλήρωσαν μίζες σε τοπικούς παράγοντες για να επιτύχουν τις αγορές. Επιπλέον, η Elbit και η Plaza απέτυχαν να δημιουργήσουν και να διατηρήσουν επαρκείς εσωτερικούς λογιστικούς ελέγχους που να παρέχουν εύλογες διαβεβαιώσεις ότι τα κεφάλαια των εταιρειών θα χρησιμοποιηθούν με εξουσιοδοτημένο τρόπο και όχι για να υπεξαιρούνται ή να χρησιμοποιούνται για διεφθαρμένες πληρωμές. Όπως αναφέρεται λεπτομερώς στη διάταξη της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς, απέτυχαν επίσης να καταγράψουν αυτές τις πληρωμές στα βιβλία και τα αρχεία τους με τρόπο που να αντικατοπτρίζει την πραγματική φύση αυτών των πληρωμών.

Η απόφαση της SEC διαπιστώνει ότι η Elbit παραβίασε τις Ενότητες 13(b)(2)(A) και 13(b)(2)(B) του Securities Exchange Act του 1934. Χωρίς να παραδεχτεί ή να αρνηθεί τα ευρήματα, η Elbit συμφώνησε στη διαταγή παύσης παράνομης δραστηριότητας (cease and desist) όπως και να πληρώσει μια ποινή 500.000 δολαρίων ΗΠΑ αστικής ευθύνης. Σε έναν κλασσικό αμερικάνικο διοικητικό συμβιβασμό η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς αφού εξέτασε τη διαδικασία αυτοδιαγνωστικού ελέγχου, τη συνεργασία και τις διορθωτικές ενέργειες της Elbit και συνυπολογίζοντας το γεγονός ότι η εταιρία βρίσκεται σε διαδικασία εκκαθάρισης των δραστηριοτήτων της με την πώληση των κύριων περιουσιακών της στοιχείων, αποφάσισε να αποδεχτεί την προσφορά της Elbit. Η έρευνα της SEC διεξήχθη από τους John C. Lehmann και Charles D. Riely και υπό την επίβλεψη της Lara Shalov Mehraban του Περιφερειακού Γραφείου της SEC στη Νέα Υόρκη.

Η Ισραηλινή Αεροδιαστημική Βιομηχανία (IAI) και η ELBIT κατηγορούνται για απάτη (2008)

Η Ισραηλινή Αεροδιαστημική Βιομηχανία – Israeli Aerospace Industries (ΙΑΙ) και η Elbit Systems υπεξαίρεσαν εκατοντάδες εκατομμύρια δολάρια από την εταιρία ImageSat International κατήγγειλαν οι μέτοχοι της εταιρίας στο Ομοσπονδιακό Δικαστήριο. Η ImageSat Intl δημιουργήθηκε για να μετατρέψει το ισραηλινό στρατιωτικό δορυφορικό πρόγραμμα για εμπορικές χρήσεις και να τις προωθήσει στην αγορά.

H ImageSat ήταν ένα επενδυτικό σχήμα μιας ομάδας κυρίως ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων των Ηνωμένων Πολιτειών, κρατικών συνταξιοδοτικών ταμείων και θεσμικών επενδυτών που κλήθηκαν να επενδύσουν στην εταιρία, προωθώντας το ισραηλινό στρατιωτικό δορυφορικό πρόγραμμα μετά την απώλεια χρηματοδότησης του από το Υπουργείο Άμυνας του Ισραήλ (“IMOD”) λόγω μιας σειράς αποτυχημένων προσπαθειών εκτόξευσης.

Η κύρια ενάγουσα Imaging Holdings είναι μέτοχος της ImageSat και ο μεγαλύτερος ανεξάρτητος επενδυτής στην εταιρεία. Η Israeli Aerospace Industries είναι ο μεγαλύτερος μέτοχος της ImageSat και ελέγχει την εταιρεία, μαζί με την Elbit Systems, σύμφωνα με την καταγγελία.

Οι ενάγοντες μέτοχοι ισχυρίζονται ότι οι κατηγορούμενοι, συμπεριλαμβανομένων μεμονωμένων μελών του διοικητικού συμβουλίου, «παραβίασαν συμβατικά και καταπιστευματικά καθήκοντα, συμμετείχαν σε εικονικές συναλλαγές και εξαπάτησαν την Imaging Holdings. Η IAI και η Elbit έκαναν πλιάτσικο στην εταιρεία αξίας εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων. Σε αντίθεση με τις δεσμεύσεις τους στην Imaging, όταν αναζητούσαν σημαντικές επενδύσεις στις ΗΠΑ για την ImageSat, η IAI και η Elbit χρησιμοποίησαν τα κεφάλαια της εταιρείας και την επένδυση της Imaging για να δημιουργήσουν το δικό τους δορυφορικό πρόγραμμα, απασχολώντας εκατοντάδες εργαζόμενους, διευκολύνοντας την επέκταση της χρηματοδότησης, έρευνας και ανάπτυξης για τους δικούς τους δορυφόρους, ενώ κατόπιν άρχισαν να ανταγωνίζονται άμεσα την ImageSat σε άμεση παράβαση των συμβατικών τους υποχρεώσεων». Δηλαδή χρησιμοποίησαν τα κεφάλαια που άντλησαν για την ImageSat, σε άλλες, δικές τους εταιρίες. Οι μηνυτές κατονόμασαν επίσης ως κατηγορούμενους τους Elbit Systems Electro-Optics Elop Ltd., David Arzi, Joseph Gaspar, Gino Pipernobeer και Yoav Chelouche. Οι ενάγοντες απαιτούν περισσότερα από 500 εκατομμύρια δολάρια για αποζημιώσεις.

Σκάνδαλο παρακολούθησης ακτιβιστών με λογισμικό της ELBIT στην Αιθιοπία (2017)

Το καναδικό ερευνητικό ινστιτούτο Citizen Lab στο Munk School of Global Affairs του Πανεπιστημίου του Τορόντο σε μελέτη που δημοσίευσε στις 6/12/2017 αποκάλυψε ότι κατασκοπευτικό λογισμικό της ισραηλινής εταιρείας ELBIT Systems Ltd χρησιμοποιείται κατά Αιθιόπων αντιφρονούντων από την σύμμαχο του Ισραήλ κυβέρνηση της Αιθιοπίας.

Το λογισμικό παρακολούθησης της Elbit Systems Ltd χρησιμοποιήθηκε σε μια εκστρατεία κατασκοπείας που στόχευε Αιθίοπες αντιφρονούντες που ζουν εκτός της Αιθιοπίας. Η μελέτη ανέφερε ότι βρήκε στοιχεία ότι Αιθίοπες αντιφρονούντες στη Βρετανία, τις Ηνωμένες Πολιτείες και άλλες χώρες στοχοποιήθηκαν με email που προσπαθούσαν να μολύνουν τους υπολογιστές τους με λογισμικά παρακολούθησης από τη μονάδα Cyberbit της Elbit.

Το Citizen Lab, το οποίο βοηθά ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενάντια στο λογισμικό κατασκοπείας, ανέφερε επίσης για επιθέσεις στο Μεξικό χρησιμοποιώντας λογισμικό υποκλοπής που παράγεται από τη γνωστή για το πρόσφατο διεθνές σκάνδαλο κατασκοπείας του NSO group του Ισραήλ.

Το Citizen Lab δήλωσε ότι οι επιθέσεις, οι οποίες ξεκίνησαν το 2016 και συνεχίστηκαν το 2017, προσπάθησαν να επιμολύνουν υπολογιστές Αιθιόπων αντιφρονούντων με το σύστημα παρακολούθησης Η/Υ PSS, που κατασκευάστηκε από την Cyberbit, θυγατρική της Elbit. Το σύστημα μπορεί να εξάγει μια μεγάλη ποικιλία πληροφοριών από υπολογιστές, συμπεριλαμβανομένων email, κωδικών πρόσβασης, ηχητικών συνομιλιών και στιγμιότυπων οθόνης.

Η εκστρατεία επικεντρώθηκε σε άτομα που συνδέονται με την Oromiya, τη μεγαλύτερη περιοχή της Αιθιοπίας ως προς το μέγεθος και τον πληθυσμό, η οποία έχει γίνει αντικείμενο καταστολής από την κυβέρνηση από τα τέλη του 2015, σύμφωνα με το Citizen Lab.

Τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου περιλάμβαναν έναν σύνδεσμο προς έναν κακόβουλο ιστότοπο που υποδυόταν μια πύλη βίντεο της Ερυθραίας, η οποία ζητούσε από τους στόχους να κατεβάσουν μια ενημέρωση λογισμικού Adobe Flash που συνοδεύεται από λογισμικό υποκλοπής της Cyberbit.

Οι ερευνητές ανέλυσαν αρχεία καταγραφής σε διακομιστές που χρησιμοποιούνται για τον έλεγχο της επιχείρησης, τα οποία υποδεικνύουν ότι οι χειριστές της βρίσκονται εντός της Αιθιοπίας. Ο διευθυντής του Citizen Lab, Ronald Deibert, ανέφερε σε επιστολή του προς την Cyberbit ότι τα ευρήματα εγείρουν ερωτήματα σχετικά με τις πρακτικές δέουσας επιμέλειας και τις διαδικασίες της εταιρείας για τα ανθρώπινα δικαιώματα για την πρόληψη της κακής χρήσης του λογισμικού της.

Σκάνδαλο της ELBIT στη Νιγηρία (2013)

To 2013 αποκαλύφθηκε από την εφημερίδα Premium Times στη Νιγηρία, μια αμφιλεγόμενη συμφωνία μεταξύ της νιγηριανής κυβέρνησης και της Ισραηλινής εταιρείας όπλων και τεχνολογίας επιτήρησης Elbit για την προμήθεια συστήματος ηλεκτρονικής παρακολούθησης των διαδικτυακών επικοινωνιών στη χώρα.

Η κυβέρνηση του προέδρου Jonathan Goodluck κρυφά, κατά ανοιχτή παραβίαση των νόμιμων διαδικασιών σύναψης συμβάσεων, ανέθεσε στην ισραηλινή εταιρεία ένα συμβόλαιο 40 εκατομμυρίων δολαρίων αρχικά, για να κατασκοπεύει υπολογιστές πολιτών και τις επικοινωνίες στο Διαδίκτυο υπό το πρόσχημα της συλλογής πληροφοριών για την εθνική ασφάλεια.

Η αποκάλυψη ότι το σύστημα παρακολούθησης τηλεπικοινωνιών Wise Intelligence της Elbit θα παρακολουθούσε όλες τις διαδικτυακές επικοινωνίες στη Νιγηρία «πυροδότησε εθνική οργή, με πολλούς Νιγηριανούς να φοβούνται τώρα ότι η χώρα τους μπορεί να επανέλθει σε δικτατορία», έγραψαν οι Premium Times. Η εφημερίδα με έδρα την Αμπούτζα δημοσίευσε την ιστορία στις 25 Απριλίου 2013.

Εντωμεταξύ η Elbit Systems είχε ανακοινώσει στο Ισραήλ την πώληση σε μια ανώνυμη χώρα στην Αφρική με ένα δελτίο τύπου. Στη συνέχεια, λεπτομέρειες αποκαλύφθηκαν από τον δημοσιογράφο Ogala Emmanuel, ο οποίος έγραψε ότι η συμφωνία θα βοηθούσε την κυβέρνηση Jonathan «να κατασκοπεύσει τους υπολογιστές των πολιτών και τις επικοινωνίες του Διαδικτύου υπό το πρόσχημα της συλλογής πληροφοριών και της εθνικής ασφάλειας».

Όταν δημοσιοποιήθηκε η υπόθεση, η προεδρία ταλαντεύτηκε να ακυρώσει την σύμβαση και κάλεσε τους αξιωματούχους της Elbit, κατηγορώντας τους ότι δεν ήταν αρκετά διακριτικοί στον χειρισμό της σύμβασης. Όμως τελικά η εγκατάσταση πραγματοποιήθηκε σε πλήρη περιφρόνηση της Εθνοσυνέλευσης που διέταξε την κυβέρνηση να αναστείλει όλες τις ενέργειες σχετικά με τη σύμβαση εν αναμονή του αποτελέσματος μιας προγραμματισμένης έρευνας.

Πηγές εντός της διοίκησης ενημέρωσαν τους Premium Times ότι οι τεχνικοί της Elbit είχαν φτάσει ήδη στην Αμπούτζα τέλος Νοεμβρίου 2013 και είχαν εγκαταστήσει το σύστημα στα κεντρικά γραφεία της Εθνικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. επίσης, ότι μια ομάδα περίπου 20 Νιγηριανών αξιωματικών πληροφοριών ήδη εκπαιδευόταν στη Χάιφα του Ισραήλ, στα κεντρικά της Elbit Systems για να χειριστεί τον κατασκοπευτικό εξοπλισμό. Η κριτική σε αυτή την σύμβαση επικεντρώνεται στην έλλειψη διαφάνειας στην ανάθεση της σύμβασης και στις επιπτώσεις της για τις πολιτικές ελευθερίες της Νιγηρίας.

Αυτή είναι τουλάχιστον η τρίτη μεγάλη ισραηλινή πώληση συστημάτων επιτήρησης στη Νιγηρία, μετά από μια πώληση drone της Aeronautics Defense Systems το 2006 και τα συμβόλαια του 2008 με τη NICE Systems για βιντεοπαρακολούθηση. Αυτή η αδιαφανής σύμβαση της Elbit με τη κυβέρνηση της Νιγηρίας, είναι ένα ακόμα παράδειγμα τεχνολογίας που αναπτύχθηκε από την πολεμική βιομηχανία του Ισραήλ για έλεγχο και παρακολούθηση του υπό κατοχή παλαιστινιακού λαού και που εξάγεται σε όλο τον κόσμο. Τις συνέπειες αυτής της αποικιοκρατικής πρακτικής πληρώνουν και άλλοι λαοί.

Σκάνδαλο της ELBIT στην Ινδία (2012)

Το Ισραήλ έχει μια μακρά προϊστορία στρατιωτικών σχέσεων με την Ινδία, όπως επίσης και σκανδάλων σχετιζόμενων με συμβάσεις και προμήθειες στρατιωτικού υλικού στον ινδικό στρατό. Μετά την διπλωματική αναγνώριση του Ισραήλ από την Ινδία το 1992, ο ινδικός στρατός αποτελεί τον μεγαλύτερο διεθνώς εισαγωγέα ισραηλινών όπλων και τεχνολογίας, ενώ μέχρι το 2015 είχε δεθεί με 20 μεγάλες συμβάσεις και κοινοπραξίες για πολεμικό υλικό και κυβερνοτεχνολογίας με το Ισραήλ. Η Ινδία έχει ενδιαφερθεί ιδιαίτερα και για την τεχνολογία του ισραηλινού τείχους και την περίφραξη της Γάζας για να εφαρμοστεί στο Κασμίρ. Εξάλλου η Ινδία έχει αντιγράψει την λογική των ισραηλινών εποικισμών στην κατεχόμενη Παλαιστίνη εφαρμόζοντάς την κτίζοντας ινδικούς εποικισμούς στο μουσουλμανικό Κασμίρ. Ινδικές ειδικές δυνάμεις και αστυνομικοί εκπαιδεύονται από ισραηλινούς εκπαιδευτές.


Ποσοστό εισαγωγών πολεμικού υλικού από Ισραήλ στην Ινδία σε σχέση με το σύνολο εισαγωγών πολεμικού υλικού

Το μεγαλύτερο σκάνδαλο πολεμικής βιομηχανίας του Ισραήλ στην Ινδία ήταν το 2000/2001 με την προμήθεια επτά συστημάτων εκτόξευσης πυραύλων Barak 1 από την Israeli Airspace Industries (ΙΑΙ) ύψους 270 εκατομμυρίων δολαρίων. Παρότι η εθνική αρχή αμυντικής έρευνας και τεχνολογίας είχε διαφωνήσει, η κυβέρνηση προχώρησε χωρίς διαγωνισμό στην προμήθειά τους. Η Αρχή Έρευνας διαφθοράς (CBI) ερευνώντας ανακάλυψε 15 συμβάσεις πολεμικού εξοπλισμού εκ των οπoίων η μια αφορούσε τους πυραύλους BARAK ενώ κατονόμασε στελέχη της ΙΑΙ, πολιτικούς και υψηλόβαθμους Ινδούς αξιωματικούς ως συμμετέχοντες σε κύκλωμα μιζών και εξαγορών.

Πιο πρόσφατο στρατιωτικό σκάνδαλο είναι αυτό της Elbit Systems το 2012. Κατόπιν καταγγελιών πραγματοποιήθηκε εσωτερικός έλεγχος του ινδικού Υπουργείου Άμυνας ο οποίος αποκάλυψε ότι οι συμβάσεις με την Elbit Systems έγιναν χωρίς διαγωνιστική διαδικασία και σε βάρος αντίστοιχων ινδικών βιομηχανιών. Ο έλεγχος αποκάλυψε ότι ο κυβερνητικός Οργανισμός Αμυντικής Έρευνας και Ανάπτυξης (DRDO), χρησιμοποιούσε τα ερευνητικά έργα για να διευκολύνει την είσοδο ξένων εταιρειών στην αμυντική αγορά της Ινδίας, σε ορισμένες περιπτώσεις υπογράφοντας συμβάσεις χωρίς διαγωνισμό. Σε μια περίπτωση, η ισραηλινή Elbit ανέλαβε ένα έργο 895.000 δολαρίων ως μέρος της έρευνας για μίνι UAV με απευθείας ανάθεση.

Ο έλεγχος ανέφερε: «Χωρίς καμία άλλη ανταγωνιστική προσφορά, η απευθείας ανάθεση τέτοιων εργασιών ισοδυναμεί με τη διευκόλυνση της εισόδου της Elbit του Ισραήλ ως πωλητή στις ένοπλες δυνάμεις. Δεν πρόκειται για ανάπτυξη κάτι καινούργιου από την DRDO, αλλά για διευκόλυνση της εισόδου ενός ξένου πωλητή πραγματοποιώντας δοκιμές του προϊόντος του σε βάρος της DRDO..».

Σκάνδαλο διαφθοράς της ELBIT στην Βουλγαρία (2005)

Τον Σεπτέμβριο 2005 οι βουλγαρικές εφημερίδες Duma και Monitor δημοσιοποίησαν ότι η ισραηλινή εταιρεία Elbit Systems εμπλέκεται σε σκάνδαλο διαφθοράς, πλαστογραφώντας έγγραφα για να κερδίσει μια σύμβαση αναβάθμισης βουλγαρικού στρατιωτικού εξοπλισμού πολλών εκατομμυρίων δολαρίων.

Η Elbit, η οποία αναπτύσσει, κατασκευάζει και ενσωματώνει προηγμένα αμυντικά ηλεκτρονικά και ηλεκτροοπτικά συστήματα, ανακοίνωσε στις 20 Δεκεμβρίου 2004 ότι κέρδισε ένα διαγωνισμό αξίας περίπου 60 εκατομμυρίων δολαρίων (μαζί με τη Lockheed-Martin) που προκήρυξε το βουλγαρικό υπουργείο Άμυνας για την αναβάθμιση 18 ρωσικών MI 17/24  ελικοπτέρων του βουλγαρικού στρατού.

Οι βουλγαρικές εφημερίδες ανέφεραν ότι η πρόταση της Elbit ανερχόταν στα 57 εκατομμύρια ευρώ και ήταν σημαντικά χαμηλότερη από τις προσφορές που δόθηκαν από ανταγωνιστικές εταιρείες, όπως η γαλλική εταιρεία Segem, η βρετανική εταιρεία BAE και μια άλλη ισραηλινή εταιρία. Η τιμή που πρόσφερε η Elbit είναι υπερβολικά χαμηλά και δεν είναι ρεαλιστική, ανέφερε το Monitor.

Ένας από τους όρους συμμετοχής στον διαγωνισμό ήταν η προσκόμιση ενός εγγράφου στο οποίο η MIL, η ρωσική εταιρεία που κατασκεύασε τα ελικόπτερα, εγγυάται ότι θα συνεργαστεί με την εταιρεία που θα συμμετάσχει στην προσφορά. Η Elbit παρουσίασε το σχετικό έγγραφο της MIL, μόνο που ήταν πλαστογραφημένο καθότι η ρωσική εταιρεία δήλωσε ότι δεν είχε δώσει ποτέ στην Elbit τέτοιο έγγραφο.

Η οριστικοποίηση της συμφωνίας μεταξύ της Elbit και του βουλγαρικού υπουργείου Άμυνας είχε προγραμματιστεί να ολοκληρωθεί στις 31 Ιανουαρίου 2005, αλλά μέχρι τον Σεπτέμβριο 2005 δεν είχε υπογραφεί ακόμη. Η Segem απαιτεί την ακύρωση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού.

Η Βουλγαρία, η οποία τότε προσχώρησε στο ΝΑΤΟ, ξεκινούσε την διαδικασία προσαρμογής του υπάρχοντος στρατιωτικού εξοπλισμού της σε πρότυπα ΝΑΤΟ.

Η Elbit ανέφερε σε δήλωση «από την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων του διαγωνισμού από το βουλγαρικό υπουργείο Άμυνας, αρκετές εταιρείες προσπαθούν να υπονομεύσουν την επιτυχία της Elbit διαδίδοντας ψευδείς φήμες με απαράδεκτες μεθόδους». Σύμφωνα όμως με την ιστοσελίδα Flight Global, τελικά το υπουργείο Άμυνας της Βουλγαρίας ακύρωσε την σύμβαση με την Elbit.

— Τέλος 1ου μέρους —

Έρευνα για το BDS Greece: Δ.Π. & Μ.Σ.